Θα κόψω δάφνες και μυρτιές, από τον Ψηλορείτη να στεφανώσω τους νεκρούς, που δόξασαν την Κρήτη
Ένας από τους πρωτοκαπετάνιους της Κρήτης στους
αντιστασιακούς αγώνες κατά των Ναζί. Από την πρώτη στιγμή συμμετείχε
στην Αντίσταση της Κρήτης έχοντας ήδη χάσει τον γιο του Μανώλη από
Γερμανούς αλεξιπτωτιστές κατά την εισβολή τους στο Ηράκλειο.
Λίγες μέρες μετά την επικράτηση των Ναζί στο νησί το 1941, στην
ηλικία των πενήντα ενός ετών ο «Σταυραητός της Κρήτης» Καπετάν Γεώργιος
Πετρακογιώργης μαζί με πέντε ακόμα Βοριζανούς, σχηματίζει τον πυρήνα της
Αντιστασιακής ομάδας «ΨΗΛΟΡΕΙΤΗΣ»,μιας ομάδας διαρκώς αυξανόμενης (70
οργανωμένοι, οι 25 στο βουνό) που έμελλε να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο
στην Αντίσταση της Κρήτης.Αφού κατάφερε να φυγαδεύσει τα μέλη της
οικογενείας του στη Μέση Ανατολή αφοσιώνεται απερίσπαστος στο πατριωτικό
του καθήκον οργώνοντας με την ομάδα του τα βουνά Ψηλορείτη και Κέντρος.
Η ομάδα του συνεργάζεται και συντονίζει τη δράση της με άλλες
αντιστασιακές οργανώσεις, που αυτοβούλως έχουν και αυτές παράλληλα
συγκροτηθεί σε άλλες περιοχές της Κρήτης. Διεξήγαγε αποστολές στη Μέση
Ανατολή (συμμάχων, αιχμαλώτων και αγωνιστών), παραλαβές υλικού από
υποβρύχια, σαμποτάζ σε αυτοκινητοπομπές και σε αποθήκες πυρομαχικών,
συμπλοκές και μάχες στην περιοχή του Ψηλορείτη, με κορυφαία τη μάχη στο
Τραχήλι, στις 15 Αυγούστου 1943, πάνω από τα Βορίζα, εξαιτίας της οποία
στις 26-8-1943 το χωριό ισοπεδώθηκε , αφού πυρπολήθηκε από πεζοπόρο
τμήμα και βομβαρδίστηκε με 21 βόμβες μεγάλης ισχύος.
Στην εκ παρατάξεως μάχη στη Μαδαρή, ένα χρόνο μετά 14-8-1944, η
αντάρτικη ομάδα του αντιμετώπισε ακροβολισμένους πολυβολητές στις
κορυφές και κατά μέτωπο επίθεση, από πολυάριθμο Γερμανικό τακτικό
στρατό, που επικουρείτο από το πυροβολικό του Τυμπακίου με απόλυτη
επιτυχία. Σπουδαία επίσης σελίδα στην ιστορία του Καπετάν Γεώργιου
Πετρακογιώργη, αποτελεί η συμμετοχή του μαζί με άλλους καπεταναίους της
Αντίστασης και τα συμμαχικά στρατεύματα των Άγγλων, στην απαγωγή του
Στρατηγού Κράιπε.
Ο Antony Beeror στο βιβλίο του “Κρήτη. Η Μάχη και η Αντίσταση” , γράφει:
“Ο Πετρακογιώργης είχε το κωδικό όνομα Segridge επειδή το
ελαιοτριβείο του θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει, για τα μέτρα του
νησιού, μεγάλη επιχείρηση. Οι Γερμανοί για κάποιο λόγο έδιναν την
εντύπωση ότι έτρεφαν μεγαλύτερη εχθρότητα για τον Πετρακογιώργη απ’ όση
για τους άλλους καπεταναίους. Σύμφωνα με μια γερμανική ανακοίνωση το
1944
“
οι Καμάρες είναι το κρησφύγετο εκατοντάδων ενόπλων και το
Μαγαρικάρι το χωριό του αρχιληστή, προδότη και ταραχοποιού
Πετρακογιώργη, απέδειξε τα αντιγερμανικά του αισθήματα, εμφανιζόμενο
σύσσωμο όταν τελέστηκε με μεγαλοπρέπεια η κηδεία της μητέρας του
αρχιληστή, στην οποία έλαβαν μέρος πέντε ιερείς”.
Προχωρεί σε σαμποτάζ, προκαλεί δολιοφθορές στον εχθρό, αναλαμβάνει
δύσκολες αποστολές, διεξάγει επιτυχείς μάχες εκ του συστάδην με τον
κατακτητή και βοηθά καθοριστικά στην απόκρυψη και διαφυγή καταδιωκόμενων
προς Κάιρο, όπως στη δραματική διαφυγή του απαχθέντος στρατηγού Κράιπε.
Στις 11 του Οκτώβρη του 1944, όταν η Κρήτη αποτινάζει το
ναζιστικό ζυγό, ο Καπετάν Πετρακογιώργης εισέρχεται θριαμβευτής με την
ομάδα του στο απελευθερωμένο Ηράκλειο και αναλαμβάνει φρούραρχος της
πόλης μέχρι τις αρχές του επόμενου έτους.
Για τη θρυλική αντιστασιακή του δράση παρασημοφορείται πολλές φορές απ’ τους Συμμάχους.
Φεύγει από τη ζωή, τον Σεπτέμβριο του 1972 σε ηλικία 82 ετών.
Η κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, στις 28 Οκτωβρίου 1940, βρήκε τη V Μεραρχία στην Κρήτη.
Επιστρατεύθηκε άμεσα και σε λίγες μέρες ήταν έτοιμη για εκστρατεία.
Στη V Μεραρχία ανήκαν το 14ο Σύνταγμα Πεζικού Χανίων, το 43 Σώμα Πεζικού
Ηρακλείου, το 44 Σώμα Πεζικού Ρεθύμνου και λοιπές Μεραρχιακές Μονάδες
(Λόχος Σκαπανέων, Λόχος Διαβιβάσεων κ.τλ.).
Η μετακίνηση της δύναμης –13.000 άνδρες και 4.500 κτήνη– έγινε με
πλοίο από την Κρήτη στη Θεσσαλονίκη και από εκεί, έως τις 2 Δεκεμβρίου
1940, συγκεντρώθηκαν σταδιακά στην περιοχή του Αμυνταίου -Πτολεμαΐδας
-Άργους Ορεστικού.
Το Γενικό Στρατηγείο, στις 19 Ιανουαρίου, να διαθέσει την V
Μεραρχία στο Β’ Σώμα Στρατού (Β’ ΣΣ), που στη συνέχεια τη διατάσσει να
μετακινηθεί στις 21 Ιαν. από το υψίπεδο της Κορυτσάς όπου βρισκόταν και
μέχρι την 26η Ιαν. να έχει συγκεντρωθεί στην περιοχή Λεσκοβικίου.
Η ιταλική επίθεση κατά της Κλεισούρας (που είχε ήδη καταληφθεί
από τον Ελληνικό Στρατό την 11η Ιανουαρίου), «ανησυχεί» το Β’ Σώμα
Στρατού, το οποίο διατάσσει την V Mεραρχία να κινηθεί και ν’ αναπτυχθεί
στην περιοχή Κλεισούρας για ν’ αναλάβει ενεργό τομέα στην ζώνη ευθύνης
του Β’ ΣΣ. Η Μεραρχία διατάσσεται να καταλάβει την κορυφογραμμή της
Τρεμπεσίνα και στις 07:00 της 29ης Ιανουαρίου, εξορμά για την κατάληψη
της κορυφογραμμής της Τρεμπεσίνας και μετά από σκληρό αγώνα καταλαμβάνει
το υψ. 1923 συλλαμβάνοντας 173 Ιταλούς αιχμαλώτους και στην κατοχή της
περνάει σημαντικό πολεμικό υλικό.
(Πηγή: facebook.com/MilitaryMuseumRethymno)
Οι Ιταλοί αντεπιτίθενται με σφοδρότητα με μαζικά πυρά πυροβολικού
και αεροπορίας για ανακατάληψη του υψ. 1923, όμως η αυτοθυσία και
ηρωισμός των Κρητών μαχητών δεν αφήνει περιθώρια στους Ιταλούς.
Η σφοδρή χιονοθύελλα δεν επιτρέπει την συνέχιση των επιχειρήσεων και πέρα από το υψ. 1923 προς το βόρειο τμήμα της Τρεμπεσίνας.
(Πηγή: facebook.com/MilitaryMuseumRethymno)
Το πρωί της 13ης Φεβ 1941 (σύμφωνα με τη διαταγή του Β’ ΣΣ για
ανάληψη επιχειρήσεων προς Τρεμπεσίνα-Σεντέλι), κάτω από σφοδρή
χιονοθύελλα τα τμήματα της V Μεραρχίας εξορμούν στην Τρεμπεσίνα και
μέχρι τις 14:00 καταλαμβάνουν διαδοχικά το χ. Αρτζα Ντι Σόπρα, υψ. 1178,
το χ. Αρτζα Ντι Μέτζο και το ύψωμα 710, ενώ νοτιότερα άλλα τμήματα της
Μεραρχίας καταλαμβάνουν το ύψωμα 1816 επί της Τρεμπεσίνας.
(Πηγή: facebook.com/MilitaryMuseumRethymno)
Την επομένη στις 14 Φεβρουαρίου, συνεχίστηκε η επίθεση προς
κατάληψη του υψώματος Πούντα Νόρντ στο βόρειο τμήμα του όρους Σεντέλι,
χωρίς όμως αποτέλεσμα, ενώ παράλληλα σφοδρές αντεπιθέσεις του εχθρού για
ανακατάληψη του υψώματος 1178 αποκρούονται με σοβαρές για τους Ιταλούς
απώλειες.
Η επίθεση συνεχίζεται και την επόμενη ημέρα και ύστερα από σκληρό
αγώνα «εκ του συστάδην», καταλαμβάνεται το ανατολικό τμήμα του υψώματος
Πούντα Νορντ χωρίς να επιτευχθεί η ολοκλήρωσή του, ενώ προς την
κατεύθυνση του αυχένα Μετζγκοράνης καταλήφθηκε στις 14:00 το χωρίο
Μετζγκοράνη.
(Πηγή: facebook.com/MilitaryMuseumRethymno)
Λυσσώδεις αντεπιθέσεις του εχθρού για την ανακατάληψη του Πούντα
Νόρντ και Μετζγκοράνης, τόσο κατά τη διάρκεια της ημέρας όσο και τη
νύχτα 15/16 Φεβ. απέτυχαν. Οι Ιταλοί εγκατέλειψαν 200 νεκρούς και 500
αιχμαλώτους. Η κατάληψη του Πούντα Νόρντ ολοκληρώθηκε στις 16
Φεβρουαρίου.
Αλλεπάλληλες αντεπιθέσεις του εχθρού για την ανακατάληψή
του καθώς επίσης και των υψωμάτων 1260 και 1178 αποκρούστηκαν με πολλές
απώλειες και από τις δύο πλευρές.
Νέες αντεπιθέσεις των Ιταλών την νύκτα 16/17 Φεβ προς ανακατάληψη
των υψωμάτων 1260 και Πούντα Νορντ αποκρούστηκαν από τους άνδρες της V
Μεραρχίας με επιτυχία.
(Πηγή: facebook.com/MilitaryMuseumRethymno)
Η σφοδρότητα της κακοκαιρίας που επικρατούσε από τις 18 έως 25
Φεβρουαρίου δεν επέτρεψε να γίνουν μεταβολές στις κατεχόμενες θέσεις της
Μεραρχίας και δεν επέτρεψε τη συνέχιση των επιχειρήσεων προς το όρος
Σεντέλι.
Κατά την «Εαρινή Επίθεση» του Μουσολίνι (9 έως 26 Μαρτίου), η V
Μεραρχία παρέμεινε ακλόνητη στις θέσεις της χωρίς να παραχωρήσει σπιθαμή
εδάφους παρόλη την σφοδρότητα της Ιταλικής επίθεσης στον τομέα της.
Στις 13 Απριλίου 1941 άρχισε η σύμπτυξη της Μεραρχίας. Στις 23
Απριλίου έγινε ανακωχή με τους Γερμανούς. Από εκείνη την ημέρα μέχρι τις
25 Απριλίου έγινε η συνέχιση της σύμπτυξης και συγκέντρωση της
Μεραρχίας στην περιοχή Χάνι Εμίν Αγά-Χάνι Λαγατόρια, όπου παρέδωσε τον
οπλισμό της. Το διάστημα 10-17 Μαΐου 1941 η Μεραρχία έφθασε στην
Πελοπόννησο (Ψαθόπυργο) και από εκεί στο Ναύπλιο–Άργος–Τρίπολη.
(Πηγή: facebook.com/MilitaryMuseumRethymno)
Στις 18-24/5/41 διαλύθηκε η Μεραρχία και έγινε κατανομή των
οπλιτών σε διάφορες πόλεις και χωριά της Πελοποννήσου, καθότι
απαγορεύτηκε από τους Γερμανούς, η κάθοδος τους στην Κρήτη. Μικρό μόνο
ποσοστό των ανδρών της Μεραρχίας –επιτάσσοντας πλοιάρια–,και με δικές
τους προσπάθειες θα καταφέρουν να μεταβούν στη Κρήτη για να
υπερασπιστούν τη γενέτειρά τους έναντι της γερμανικής εισβολής.
Η V Μεραρχία από την είσοδό της στον αγώνα, στις 29 Ιανουαρίου,
δοκιμάστηκε σκληρά και οι απώλειές της σε νεκρούς, αγνοούμενους
τραυματίες και παγόπληκτους ξεπέρασαν τους 3.350 άνδρες.
Ο Νίκος Καβροχωριανός, έφεδρος ανθυπασπιστής, ήταν ένας από
τους κομάντο της ηρωικής Α' Μοίρας του Μάλεμε που βρήκε τραγικό θάνατο
όταν το αεροσκάφος Noratlas «Νίκη 4» συνετρίβη λίγο πριν προσγειωθεί στο
αεροδρόμιο της Λευκωσίας, καθώς εκλήφθηκε ως τουρκικό και χτυπήθηκε
κατά λάθος από τα κυπριακά αντιαεροπορικά πυρά.
Ο Νίκος Καβροχωριανός γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου 1953 στη Μονή Μαλεβιζίου
Ήταν γιος του Γεωργίου και της Μαρίας και ήταν δίδυμος με την αδερφή του Βάλια.
Τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια τα έζησε μέσα στην αγάπη και
τη ζεστασιά της οικογένειάς του. Με δυο γονείς που προστάτευαν και
αγαπούσαν τα τέσσερα παιδιά τους και ανάμεσα σε δυο αδερφές και έναν
αδερφό. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Μονής.
Όταν αποφοίτησε από το δημοτικό, δεν συνέχισε το σχολείο, καθώς παρά
την εξυπνάδα του δεν του άρεσαν τα γράμματα. Σε όλους τους χωριανούς
ήταν γνωστός με το παρατσούκλι «ψαράς», ήταν το παρατσούκλι που του είχε
δώσει ο πατέρας του όταν ήταν στην ηλικία 3-4 χρονών, καθώς μιμούνταν
τον ψαρά και έτρεχε στην αυλή και στα σοκάκια και φώναζε «ψάγια!, καλά
ψάγια!».
Ήταν ένα έξυπνο και πολύ εργατικό παιδί. Ο πατέρας του καμάρωνε
για την εργατικότητα του και την αγάπη που είχε για τη δουλεία.
Χαρακτηριστικά, όταν αναφερόταν στο Νίκο, απευθυνόμενος στα άλλα του
παιδιά έλεγε: «όλοι σας να πεινάσετε, στο σπίτι του Νίκου θα
ξεπεινάσετε».
Ο Νίκος από μικρός έκανε μεροκάματα και με δικά του χρήματα είχε
αγοράσει ένα λιόφυτο, πριν καταταγεί στο στρατό. Ήταν πρόθυμος να
βοηθήσει συγγενείς, χωριανούς και φίλους, αντιμετωπίζοντας τους με
χιουμοριστική διάθεση. Ήταν πειραχτήρι.
Τον Ιανουάριο του 1973 παρουσιάστηκε στο στρατό, στο Μεγάλο
Πεύκο. Εκπαιδεύτηκε στη Ρεντίνα, στη Βέροια και στο Μάλεμε ως λοχίας
αλεξιπτωτιστής. Είκοσι μέρες πριν την επιστράτευση μετατέθηκε στο
Ηράκλειο.
Ερχόμενος από τα Χανιά, το ρέο, στο οποίο επέβαινε ντεραπάρισε
και όλη η ομάδα μεταφέρθηκε στο Βενιζέλειο. Ο Νίκος δεν τραυματίστηκε
αλλά με περίσσεια φροντίδα και υπευθυνότητα στάθηκε δίπλα στους
τραυματισμένους στρατιώτες. Γεγονός που έκανε μεγάλη εντύπωση στο λοχαγό
Γιαννούση ο οποίος τον συνάντησε στο νοσοκομείο και κατόπιν επεσήμανε
στην αδερφή του Βάλια την υπευθυνότητα και το ήθος του.
Επιθυμία του Νίκου ήταν να παραμείνει στο στρατό ως μόνιμος, αλλά
όπως είπε χαρακτηριστικά στην οικογένειά του «θα ήμουν μια ζωή
καραβανάς».
Γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να ανέλθει στα ανώτερα κλιμάκια του
στρατού, καθώς ήταν απόφοιτος δημοτικού. Στις 17 Ιουλίου ακυρώθηκε η
προγραμματισμένη πτώση του με αλεξίπτωτο στο Τυμπάκι.
Ο Νίκος είχε συνδέσει το γεγονός αυτό με τα γεγονότα στην Κύπρο
και φοβόταν επεισόδιο στην Κύπρο. Όταν το Σάββατο 20 Ιουλίου έγινε η
επιστράτευση συνάντησε τους γονείς του και την αδερφή του Πόπη και
προσπάθησε αποχαιρετώντας τους να τους δώσει θάρρος και να τους
καθησυχάσει. Η Πόπη έβγαλε το σταυρό από το λαιμό της και μη μπορώντας
να του τον κρεμάσει τον έβαλε στην τσέπη του.
Το βράδυ της 21ης Ιουλίου-ξημερώματα της 22ας Ιουλίου στις 2.30
τα μεσάνυχτα η δίδυμη αδελφή του Βάλια ξύπνησε φωνάζοντας το όνομά του
από έναν εφιάλτη, την εικόνα μιας τεράστιας φλόγας που συνοδεύονταν από
ένα εκκωφαντικό θόρυβο. Η είδηση του τραγικού θανάτου του έφερε απέραντη
θλίψη και πόνο τόσο στην οικογένειά του όσο και σε όλο το χωριό. Εννέα
χρόνια μετά τον θάνατό του απεβίωσε η μάνα του, μη μπορώντας ποτέ να
ξεπεράσει το χαμό του γιου της. Δεκαέξι χρόνια μετά έφυγε και ο πατέρας
του για να συναντήσει επιτέλους το Νίκο του.
Τον Οκτώβρη του 1979 τα οστά του Νίκου μεταφέρθηκαν στην Κρήτη
και έγινε ο ενταφιασμός στον οικογενειακό τάφο, χωρίς ωστόσο να έχει
βρεθεί κανένα προσωπικό αντικείμενο του Νίκου. Το 2005 έγινε ταυτοποίηση
των οστών του με εκείνα του πατέρα του, γεγονός που κατέδειξε ότι τα
οστά που είχαν ταφεί στον οικογενειακό τάφο δεν ήταν δικά του. Ένα τμήμα
των οστών του και ο σταυρός της αδερφής του βρέθηκαν στη Θεσπρωτία και ο
υπόλοιπος σκελετός σε διαφορετική περιoχή.
Έχουν περάσει σαράντα χρόνια δίχως τα οστά του να έχουν
μεταφερθεί ακόμα στη γενέτειρά του. Η μεταφορά των οστών του
Ανθυπασπιστή Καταδρομέα Νικολάου Καβροχωριανού είναι η ελάχιστη
υποχρέωση της πατρίδας μας, απέναντι στον ίδιο και στην οικογένειά του.
Τα οστά του Ν. Καβροχωριανού και άλλων έξι Ελλήνων αγνοουμένων
στρατιωτικών που έπεσαν στην Κύπρο στα πολεμικά επεισόδια με τους
Τούρκους, ταυτοποιήθηκαν τελικά με τη μέθοδο DNA όταν εντοπίστηκαν σε
ομαδικούς τάφους και παραλήφθηκαν σε ειδική τελετή στη Λευκωσία που
έγινε το 2016 από τον αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Άμυνας Δημήτρη Βίτσα,
τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ Ευάγγελο Αποστολάκη τον Α΄υπαρχηγό του ΓΕΣ αντιστράτηγο
Δημήτρη Θωμαΐδη και 18 συγγενικά πρόσωπα των αγνοουμένων.
Στην επιφάνεια του φέρει σύνθετη θρησκευτική παράσταση, που απεικονίζει μορφές της κρητομυκηναϊκής θεματολογίας
Newsroom | email: info@pronews.gr
Το
«Δαχτυλίδι του Μίνωα», θεωρείται ένα από τα καλύτερα δείγματα της
κρητομυκηναϊκής σφραγιδικής και κοσμεί σήμερα το Αρχαιολογικό Μουσείο
του Ηρακλείου στην προθήκη με τα δαχτυλίδια.
Είναι
τόσο εντυπωσιακό που πολλοί γνωστοί αρχαιολόγοι, στην αρχή, πίστεψαν
πως δεν είναι αληθινό, όμως το περίφημο δαχτυλίδι του Μίνωα, ένα από τα
μεγαλύτερα και σπανιότερα χρυσά σφραγιστικά στον κόσμο, είναι τόσο
γνήσιο όσο και ο Μινωικός Πολιτισμός που κατάφερε να δημιουργήσει
ανεπανάληπτης ομορφιάς αντικείμενα.
Στην επιφάνεια του φέρει σύνθετη θρησκευτική παράσταση, που απεικονίζει μορφές της κρητομυκηναϊκής θεματολογίας, δηλαδή δεντρολατρεία με καθιστή θεά, ουρανό, γη και θάλασσα αλλά κι ένα ιερό πλοίο που έχει μορφή ιππόκαμπου.
Το εν λόγω κόσμημα , που ο Εβανς βάφτισε δαχτυλίδι του Μίνωα, απασχόλησε ευρύτερα την αρχαιολογική έρευνα. Τα πρώτα χρόνια ανεύρεσης του πολλοί ερευνητές δεν ήταν σίγουροι για τη γνησιότητά του, κυρίως εξαιτίας της εικονογραφίας του.
Όμως
όσο περνούσαν τα χρόνια ήρθαν στο φως άλλα ευρήματα που είχαν πολλές
συγγένειες με τις παραστάσεις του συγκεκριμένου δαχτυλιδιού κι έτσι
άρχισε να αποκρυσταλώνεται η εικόνα της γνησιότητας του.
Ποια
είναι όμως η ιστορία αυτού του εκπληκτικού δαχτυλιδιού, που βρέθηκε
πολύ παλιά για να χαθεί στη συνέχεια και να ξαναβρεθεί χτισμένο σ ένα
τζάκι, μέσα σε ένα βαζάκι;
Tο περίφημο δαχτυλίδι, βρήκε
λοιπόν πρώτη φορά, το 1928, ένα μικρό αγόρι, ο Μιχάλης Εμμ. Παπαδάκης,
κοντά σε τάφο ιερού στην Kνωσό. Ο πατέρας του το παρέδωσε στον ιερέα του
χωριού, Νικόλαο Πολάκη, (υπάρχει μια εκδοχή πως ο παπά Πολάκης αγόρασε
το δαχτυλίδι μετά από πολλές προσπάθειες από την οικογένεια Παπαδάκη για
να το μεταπουλήσει έναντι εξωφρενικού ποσού στον Έβανς).
Το
σίγουρο είναι πάντως πως ο Νικόλαος Πολάκης επιχείρησε να πουλήσει το
δαχτυλίδι στον ανασκαφέα της Κνωσού, ο οποίος με τέτοια τιμή που ζητούσε
δεν μπορούσε να το αγοράσει αλλά έφτιαξε δύο αντίγραφα, από χρυσό και
ήλεκτρο, που βρίσκονται στο μουσείο της Oξφόρδης.
O
παπά-Πολάκης, πήγε μερικά χρόνια μετά, το 1933 ή 1934 στο Mουσείο του
Hρακλείου, όπου υπηρετούσαν οι διαπρεπείς αρχαιολόγοι Nικόλαος Πλάτωνος
και Σπύρος Mαρινάτος.
O πρώτος το θεώρησε γνήσιο και πρότεινε να το κρατήσουν ενώ ο Mαρινάτος το απέρριψε ως κίβδηλο.
Λόγω
της διαφωνίας του, το δαχτυλίδι επιστράφηκε στον ιερέα, όμως και ο
Πλάτωνος, κράτησε ένα αντίγραφο σε πλαστελίνη, το οποίο βρέθηκε στο
προσωπικό του αρχείο.
Αρκετά χρόνια αργότερα, όταν ο
Nικόλαος Πλάτωνος ενδιαφέρθηκε ξανά για το δαχτυλίδι, ο ιερέας, είπε ότι
το είχε δώσει στη σύζυγο του για να το φυλάξει και εκείνη το έχασε.
Από
τότε, κανείς δεν ξαναείδε το μοναδικό αυτό δαχτυλίδι ενώ πολλοί
αρχαιολόγοι έγραψαν μελέτες για αυτό, με βάση τα αντίγραφα που είχαν
διασωθεί.
Tελικά
το δαχτυλίδι του Mίνωα δεν είχε χαθεί και παραδόθηκε στο Mουσείο από
τον κληρονόμο του παπα-Πολάκη, Γ. Καζαντζή, συνταξιούχο αστυνομικό που
διαμένει στην Aθήνα.
Ο
ίδιος είχε δηλώσει τότε πως είχε μεν ακούσει οικογενειακές ιστορίες για
το χαμένο δαχτυλίδι αλλά δεν πίστευε ότι θα το έβρισκε τυχαία
ανακαινίζοντας το σπίτι που κληρονόμησε.
Η πρώτη του
κίνηση δεν ήταν πάντως να το παραδώσει στο Μουσείο Ηρακλείου αλλά να
ειδοποιήσει φίλο του που γνώριζε τον τότε υπουργό Πολιτισμού Ε.
Βενιζέλο, ο οποίος και τους παρέπεμψε στην αρχαιολογική υπηρεσία όπου
και τελικά παρεδόθη.
Για
την ιστορία να πούμε πως η αγοραία αξία του εκτιμήθηκε στις 400.000
ευρώ , τιμή που ωστόσο διευκρινίστηκε πως δεν αφορά στην επιστημονική
αξία του αντικειμένου που είναι τεράστια.
Όλοι τους είχαν λάβει κάποιου είδους εκπαίδευση, για την οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα
Newsroom | email: info@pronews.gr
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν γιατρούς, είχαν θεραπευτές, είχαν και μάγους, ενώ είχαν ανακαλύψει μέχρι και σημερινές θεραπείες.
Όλοι τους είχαν λάβει κάποιου είδους εκπαίδευση, για την οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα.
Γνωρίζουμε
όμως πως στον μινωικό και τον μυκηναϊκό κόσμο, δηλαδή στην τρίτη και τη
δεύτερη χιλιετία προ Χριστού, στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν οργανωμένα
συστήματα αντιμετώπισης των ασθενειών αν ήσουν στα ανάκτορα, αλλά υπήρχε
μικρότερη οργάνωση αν έμενες στην ύπαιθρο, και ότι βότανα τα οποία και
σήμερα χρησιμοποιούμε σαν καρυκεύματα αλλά και σε θεραπευτικά αφεψήματα ή
αλοιφές χρησιμοποιούνταν και τότε.
Οι κάθε είδους γιατροί, πάντως, ανήκαν σε ελίτ των συγκεκριμένων κοινωνιών.
Επιδημίες,
παιδικές ασθένειες, μεταφερόμενες αρρώστιες από τα πληρώματα των
εμπορικών καραβιών, όλα αποδεκάτιζαν τους πληθυσμούς της μινωικής Κρήτης
και της μυκηναϊκής Ελλάδας. Στο ζήτημα αυτό αναφέρθηκε ο δρ Αντώνιος
Βασιλάκης, σε ομιλία του στο σεμινάριο των ξεναγών που έγινε στο
Ηράκλειο Κρήτης και είχε τίτλο«Υγεία, Γιατροί και Γιατρικά στον Mινωικό
και στον Μυκηναϊκό Κόσμο».
Ο αρχαιολόγος παρουσιάζει πορίσματα και περιστατικά που σχετίζονται με το θέμα και τα οποία είναι εντυπωσιακά. «Σήμερα», λέει, «είναι
γνωστό ότι στο τέλος της εποχής του Χαλκού η πραγματικότητα για όσους
ζούσαν έξω από τα ανάκτορα, και ήταν συχνά συγκεντρωμένοι σε μικρά
πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα, ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη των
καλοντυμένων και καλοθρεμμένων μορφών που απεικονίζονται στις
τοιχογραφίες στην Κνωσό και αλλού. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η
Κυδωνία στον 13ο και τον 12ο αι. π.Χ».
Παιδικές αρρώστιες
Στις
κοινότητες αυτές η υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού, οι συνθήκες υγιεινής
και η έλλειψη συχνά κατάλληλου νερού όταν συνδυαστούν με φτωχή,
ανισόρροπη και συχνά μόνο εποχική δίαιτα θα μπορούσαν να είχαν
επιπτώσεις στον πληθυσμό που θα είχε ασθενή αντίσταση σε επιδημίες, όπως
η δυσεντερία, τα σκουλήκια στα έντερα και ο τέτανος.
«Η
αντοχή σε αρρώστιες θα μειωνόταν μέχρι εξαφάνισης και οι παιδικές
αρρώστιες, όπως η διάρροια, η διφθερίτιδα, ο βήχας και ο κόκκινος
πυρετός, θα απέβαιναν συχνά μοιραίες. Από την άλλη μεριά το υπερπόντιο
εμπόριο θα είχε εισαγάγει και εξαπλώσει επικίνδυνους μικροοργανισμούς
από άλλες χώρες».
Αλλο παράδειγμα που φέρνει είναι ο
οικισμός των εργαζομένων κοντά στη μεταλλουργική εγκατάσταση στο
Χρυσοκάμινο της Ιεράπετρας, που έδωσε στους επιστήμονες την αρχαιότερη
μαρτυρία στην Κρήτη για ύπαρξη φαρμάκων και ιαματικών αλοιφών για
αντιμετώπιση δυσμενών συνεπειών στην υγεία. Τα ευρήματα ανήκουν στο 2000
π.Χ.
Η δουλειά ήταν σκληρή «και
είχαν πάρει μέτρα για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από την πολύωρη
έκθεση σε σκληρή και επίπονη σωματική εργασία και από την έκθεση σε
υψηλές θερμοκρασίες» σημειώνει ο κ. Βασιλάκης.
«Είχαν
ανακαλύψει και χρησιμοποιούσαν αντίδοτα και αλοιφές. Τα συμπτώματα και
οι ασθένειες ήταν: η δυσπεψία, οι κακώσεις στα χέρια και στα πόδια, η
αναπνευστική λοίμωξη, η αγγειοπάθεια, οι νευρικές διαταραχές, οι
πονοκέφαλοι, η ξηρότητα λαιμού και η ζάλη.
Οι
αναλύσεις ιζημάτων σε χονδροειδή μαγειρικά σκεύη εντόπισαν κατάλοιπα
από φαρμακευτικά βότανα, φυτικά έλαια και κερί, αναμεμειγμένα με
ρητινωμένο κρασί. Αυτό δείχνει ότι έφτιαχναν ρόφημα ως αντίδοτο στα
συμπτώματα που αναφέραμε.
Σε
μία περίπτωση ανιχνεύθηκαν ιχνοστοιχεία γάλατος και βουτύρου που
πιθανόν χρησίμευαν για την παρασκευή αλοιφών για τα εγκαύματα. Ποια
είναι τα φυτικά συστατικά που ανιχνεύθηκαν; Ανηθος, κορίανδρο, κύμινο,
μάραθο, λουίζα. Δηλαδή αυτά που μαθαίνουμε αργότερα από τις πινακίδες
της Γραμμικής Β».
Τα αρχαιότερα δείγματα
χειρουργικού τρυπανισμού έχουν ανακαλυφθεί στο ταφικό
σπήλαιο/οστεοφυλάκιο του Αγίου Χαραλάμπους στο Οροπέδιο Λασιθίου και
χρονολογείται στα 1850 π.Χ. Τα αμέσως μετά αρχαιότερα δείγματα
τρυπανισμού προέρχονται από τον ταφικό Περίβολο Β των Μυκηνών, ενώ
τρυπανισμοί υπάρχουν και σε κρανία από το νεκροταφείο των Αρμένων.
Η
αρχαιότερη απεικόνιση παθήσεων μελών του σώματος προέρχεται από τα
μινωικά ειδώλια και ημίτομα ανδρικά και γυναικεία από ιερά κορυφής της
παλαιοανακτορικής περιόδου Τραόσταλο Πετσοφά και Βρύσινα (2000-1700
π.Χ.).
Η αρχαιότερη απεικόνιση τραύματος στην εξοχή είναι σε ένα
όμορφο κορίτσι (ή θεά κατά μία ερμηνεία) που τραυματίστηκε στο νύχι του
ποδιού της που αιμορραγεί, όπως εικονίζεται σε θηραϊκή τοιχογραφία του
17ου αι. π.Χ. Στη νεοανακτορική Φαιστό (1550 π.Χ. περίπου) βρέθηκε πίθος
με επιγραφή σε Γραμμική Α, στον οποίο, κατά την ανάγνωση του Γκάρεθ
Ουενς,καταγράφεται ένας γιατρός από τη Φαιστό με το όνομα Σίμας.
Σε
ιατρικό πάπυρο που βρίσκεται στο Λονδίνο και χρονολογείται γύρω στα
1550 π.Χ. καταγράφεται ‘στη μινωική γλώσσα» «… ένα καθαρτικό φάρμακο που
είναι σαν τα φασόλια από τη χώρα των Keftiu (Κρήτη) …».
«Είναι
σοβαρή μαρτυρία για την ανταλλαγή βοτάνων ή και φαρμάκων ανάμεσα στην
Κρήτη και την Αίγυπτο, που ήταν τα χρόνια εκείνα η κιβωτός των ιατρικών
και φαρμακευτικών γνώσεων» λέει ο συνομιλητής μας.
«Η ασθένεια ήταν μια ασιατική παραλλαγή της σχιστοσωμίασης, μιας ασθένειας του αίματος που προκαλείται από παράσιτα».
Σημαντικά
είναι και τα γραπτά κατάλοιπα. Ο κ. Βασιλάκης αναφέρει πως σε πινακίδες
της Γραμμικής Β από την Πύλο, την Κνωσό και τις Μυκήνες υπάρχει το
όνομα i-ja-te ιητήρ (ιατήρ-ιατρός) και καταγραφές βοτάνων και φυτών,
πολλά από τα οποία χρησίμευαν ως φάρμακα.
Στον χώρο του Αιγαίου
έχουν βεβαιωθεί αρρώστιες που αφήνουν σημάδια στα οστά (ελονοσία,
σιδηροπενική αναιμία, πολιομυελίτιδα, φυματίωση, σταφυλόκοκκος,
σαλμονέλα, αβιταμίνωση, σκορβούτο, μεταστατικός καρκίνος των οστών,
οστεοαρθρίτιδες κ.ά.).
Δεν γνωρίζουμε τίποτα για επιδημίες όπως η
χολέρα και ο τύφος που συνήθως υπάρχουν σε αστικούς πληθυσμούς με
υποβαθμισμένο επίπεδο ζωής. Για τον μέσο όρο ζωής, η εκτίμηση για την
Κρήτη είναι ότι μειώθηκε από τα 35 χρόνια της προανακτορικής στα 31
χρόνια της μετανακτορικής περιόδου, αναφέρει ο κ. Βασιλάκης.
Τα ανάκτορα στην ηπειρωτική Ελλάδα «φαίνεται
ότι είχαν τους δικούς τους γιατρούς, που ανήκαν στις οικογένειες των
ευγενών που ασχολούνταν με την πρακτική χειρουργική και τη λειτουργική
θεραπευτική.
Αυτοί ήταν φυσικά
εμπειρικοί και οι γνώσεις τους στηρίζονταν στις φυσικές αιτίες, στα
τραύματα κυρίως, και γνώριζαν τις πληγές που προκαλούνται από τα όπλα,
τα εργαλεία ή τα ατυχήματα και την αντιμετώπισή τους. Οι αιτίες των
λιποθυμιών ή της επιληψίας, όμως, μάλλον θα φαίνονταν μυστήριες και θα
πίστευαν ότι οι ασθενείς κατέχονταν από πνεύματα ή δαιμόνια».
Η
ύπαρξη γιατρού ή χειρουργού στην ανακτορική ελίτ της ηπειρωτικής
Ελλάδας τεκμηριώνεται με αρχαιοπαθολογικά ευρήματα. Ενας γυναικείος
σκελετός στις Μυκήνες, που χρονολογείται περίπου στα 1550 π.Χ., ανήκε
στην άρχουσα τάξη, όπως βεβαιώθηκε από την ποιότητα των κτερισμάτων που
τη συνόδευαν.
Η γυναίκα είχε ένα τέλεια θεραπευμένο τριπλό κάταγμα
στο δεξιό βραχιόνιο, μια περίπτωση που δεν μπορούσε να αποκατασταθεί με
φυσικό τρόπο.
Αντίθετα, σε νεκροταφεία της Λέρνας και της Ασίνης
τα κατάγματα είχαν αποκατασταθεί «με λαθεμένη επανένωση και φανερή
δυσλειτουργία».
Από το Ναύπλιο προέρχονται εκπληκτικά ευρήματα.
Στην ανατολική πλαγιά του Παλαμηδίου, όπου εκτεινόταν μεγάλο νεκροταφείο
λαξευτών, θαλαμωτών και λακκοειδών τάφων της μυκηναϊκής περιόδου,
υπάρχει τάφος με ιατρικά εργαλεία (λαβίδες, μαχαιρίδια, μεγάλη οδοντωτή
λαβίδα- διαστολέας, οπείς, τριπτήρες).
Η έναρξη του πολέμου σήμανε συναγερμό και στην Κρήτη, με τον τοπικό Τύπο να περιγράφει τα γεγονότα εκείνων των ημερών.
Η έναρξη του πολέμου σήμανε συναγερμό και στην Κρήτη, με τον τοπικό Τύπο να περιγράφει τα γεγονότα εκείνων των ημερών.
Παράλληλα όμως, έφερε στο μέτωπο χιλιάδες στρατιώτες και εφέδρους που ανήκαν στην 5η Μεραρχία Κρητών.
Με ανακοινώσεις φορέων και οδηγίες των αρχών για το «σβήσιμο των φώτων»
και την επιστράτευση αντιμετώπισε ο χανιώτικος Τύπος της εποχής την
έναρξη του πολέμου.
Τι έγραψαν οι εφημερίδεςΔύο εφημερίδες εκείνης της
περιόδου, ο «Εσπερινός Ταχυδρόμος» και η «Εθνική Φωνή» περιγράφουν πώς
βίωσε η πόλη την έναρξη του πολέμου.
Το πρώτο σχόλιο για την έναρξη του πολέμου δημοσιεύτηκε στο φύλο του «Εσπερινού Ταχυδρόμου» της 29ης Οκτωβρίου.
Η εφημερίδα γράφει για τον «ενθουσιασμό του Κρητικού λαού επί τη
αναγγελία της κηρύξεως του πολέμου», που όπως λέει, «είναι ανώτερος
πάσης περιγραφής».
Αλλού στην εφημερίδα αναφέρεται ότι, «η λειτουργία των σχολείων διεκόπη,
συνέπεια των γεγονότων επ’ αόριστον», ενώ περιγράφεται και η αντίδραση
του λαϊκού στοιχείου με πολίτες που φωνάζοντας συνθήματα και
τραγουδώντας, εμψύχωναν τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Την ίδια ημέρα στην «Εθνική Φωνή» και τον «Εσπερινό Ταχυδρόμο»
δημοσιεύονται και οι πρώτες ανακοινώσεις επιστράτευσης. Οι έφεδροι
οπλίτες πεζικού, πυροβολικού όλων των όπλων καλούνται να παρουσιαστούν
άμεσα στη Μεραρχία.
Το ίδιο και όσοι έχουν υπηρετήσει στο παρελθόν σε σώματα ασφαλείας και
πυροσβεστική. Στις ανακοινώσεις των τοπικών αρχών για την ενημέρωση του
πληθυσμού περιλαμβάνεται το τηλεγράφημα του Γενικού Διοικητή Κρήτης
Παναγιώτη Σφακιανάκη προς τις Αστυνομικές αρχές και τους προέδρους των
κοινοτήτων του Ν. Χανίων για απαγόρευση του φωτισμού, ενώ η διοίκηση
Χωροφυλακής συνιστά στους πολίτες να καταφεύγουν σε υπόγεια σε περίπτωση
βομβαρδισμού ενώ γίνεται αναφορά και στους εννέα σταθμούς πρώτων
βοηθειών στην πόλη των Χανίων.
Η 5η Μεραρχία Κρητών
Την δική της συμβολή στο μέτωπο της Αλβανίας είχε η 5η Μεραρχία Κρητών
που ως στρατιωτική δύναμη συγκροτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1912.
Οι άνδρες της Μεραρχίας Κρητών άρχισαν να αποχωρούν από το μέτωπο σταδιακά από τις 13 Απριλίου 1941 μετά και την συνθηκολόγηση.
Στα Ιωάννινα παραδίδουν τον οπλισμό και τα υλικά διαβιβάσεων και
αρχίζουν την πορεία της επιστροφής στην Κρήτη οδεύοντας προς Άρτα,
Πρέβεζα και Ναύπακτο. Το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου φτάνουν στην
Πελοπόννησο. Μικρός αριθμός στρατιωτικών καταφέρνει να φτάσει στην
Κρήτη, που ετοιμάζεται να δεχτεί τη μεγάλη επίθεση από τους Γερμανούς,
στην οποία επίσης συμμετέχει και ενώνεται με τα συμμαχικά στρατεύματα.
Ουσιαστικά η 5η Μεραρχία Κρητών δεν μπορεί να συμβάλει στην Μάχη της Κρήτης καθώς στερείται οπλισμού και επαρκούς δύναμης.
Μετά
την ταπεινωτική ήττα της Ελλάδας στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897,
οι Κρητικοί, που είχαν ξεσηκωθεί για μία ακόμη φορά κατά του οθωμανού
δυνάστη, δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν τίποτα περισσότερο από την
αυτονομία, που τους προσέφεραν οι Μεγάλες Δυνάμεις.
Στις 18 Ιουλίου 1898 η Συνέλευση των Κρητών εξέλεξε εκτελεστική
επιτροπή, το «Εκτελεστικόν Κρήτης», που θα αναλάμβανε τη διακυβέρνηση
της νήσου για το χρονικό διάστημα μέχρι την άφιξη του ύπατου αρμοστή
πρίγκηπα Γεωργίου, δευτερότοκου γιου του βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου
Α’. Το αποτελούσαν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Ιωάννης Ζαχαράκης, ο
Ιωάννης Σφακιανάκης, ο Εμμανουήλ Μυλωνογιαννάκης, ο Νικόλαος Γιαμαλάκης
και ο Αντώνιος Χατζηδάκης.
Η εξέλιξη αυτή ανησύχησε, όπως ήταν φυσικό, τους Τουρκοκρητικούς
(γηγενείς μουσουλμάνους, ως επί το πλείστον), που αποτελούσαν περί το
15% του συνολικού αριθμού των κατοίκων της μεγαλονήσου. Κι ενώ απόσπασμα
του αγγλικού στρατού εγκαθιστούσε στο Ηράκλειο υπαλλήλους τού
Εκτελεστικού, σύμφωνα με την απόφαση των ξένων ναυάρχων, ο εξαγριωμένος
τουρκικός όχλος της πόλης εξετράπη σε πράξεις πρωτοφανούς βαρβαρότητας.
Στις 25 Αυγούστου 1898, εκατοντάδες χριστιανοί σφαγιάστηκαν
και μαζί τους 17 άγγλοι στρατιώτες και ο πρόξενος της Αγγλίας στο
Ηράκλειο Λυσίμαχος Καλοκαιρινός. Πυρπολήθηκαν καταστήματα και συνοικίες
χριστιανών και η εικόνα επανέφερε στη μνήμη τις σκληρότερες στιγμές της
τουρκικής θηριωδίας.
Η Αγγλία αντέδρασε αμέσως και δυναμικά. Απαγχονίστηκαν 17 σημαίνοντες
Τουρκοκρητικοί, πρωταίτιοι των βανδαλισμών, άλλοι απελάθηκαν ή
φυλακίστηκαν και ο τουρκικός στρατός υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την
Κρήτη. Στις 2 Νοεμβρίου 1898 και ο τελευταίος τούρκος στρατιώτης
εγκατέλειπε το κρητικό έδαφος. Η ελευθερία της Κρήτης ήταν πλέον γεγονός. Οι
Μεγάλες Δυνάμεις ανέλαβαν την προστασία της νήσου και η μακραίωνη
περίοδος της δουλείας είχε τελειώσει οριστικά. Η Κρητική Πολιτεία που
συστάθηκε αποτέλεσε το μεταβατικό στάδιο πριν από την ένωση της Κρήτης
με την Ελλάδα την 1η Δεκεμβρίου 1913.
Πηγή: sansimera